27.9.11

WEED STORIES# PART 3

[ Εναλλακτικός τίτλος: Τι κάνεις Δανάη? Κουκιά σπέρνω.]
 
 



Αλλά ας το πάρουμε από την αρχή για να μπείτε στο κλίμα και να μπορέσετε να παρακολουθήσετε το παραλήρημά μου.

Πρωί πρωί (κλασσικά) και με μια δροσούλα που μας είχε τρυπήσει τα κόκαλα, επιβιβαστήκαμε στο βαν ξεκινήσαμε. Η χτεσινή μας εξόρμηση, είχε σκοπό να μας φέρει πιο κοντά στην καλλιέργεια της γης. Το πόσο κοντά δεν μας το είχαν διευκρινίσει βέβαια. Γιατί, υπάρχει το κοντά «έρχομαι σε επαφή τηρώντας τις αποστάσεις μου» και υπάρχει και το κοντά «πιάσαμε κορέους, κάνε παραπέρα». Εσείς επικεντρωθείτε στο δεύτερο, σας ενημερώνω προκαταβολικά.

Ασχετάκι, αλλά παρακάτω θα καταλάβετε που κολλάει: Εγώ με τα μαλλιά μου έχω μεγάλο θέμα. Τα θέλω περιποιημένα. Μα αμολητά τα έχω, μα πιασμένα, τα θέλω σένια. Πως θα γίνει δηλαδή? Άρα? Άρα φίλοι μου ο αέρας είναι εχθρός, και χτες που είχε πολύ αέρα είχα ξινισμένα μούτρα από νωρίς.

Φτάσαμε σε κάτι βουνοκορφές πάλι (ανεβαίνουμε τόσο ψηλά κάθε φορά, που παίζει να σπάσουμε και κάνα ρεκόρ εν αγνοία μας….) λιγότερο αγριευτικά αυτή τη φορά, και αμοληθήκαμε. Το αλλοδαπό είχε αρπάξει συνάχι και προσπαθούσε να ξεφύγει από την κυριούλα που δεν μιλάει πολύ η οποία είχε βαλθεί να τον τρίψει ολόκληρο με βίξ. Μπροστά μας απλωνόταν χωράφι τριών στρεμμάτων (μας το είπαν καλέ, δεν είμαι μεσίτης), άδειο. Άδειο λέμε! Ούτε φυλλαράκι δεν υπήρχε. «Την περιουσία του μας έφερε να μας δείξει?» σκέφτηκα. Τι στο διάκο? Μας συγκεντρώνει λοιπόν όλους γύρω του και μας λέει τα πανέμορφα:

Αυτό το συμπαθέστατο χωραφάκι, καθόταν εδώ υπομονετικά και περίμενε εμάς να έρθουμε, να το αυλακώσουμε, να το σπείρουμε και επιπλέον να στρώσουμε και λάστιχα για το πότισμα. Γιατί, πες πως το αυλάκωσες. Πες ότι το έσπειρες κιόλας. Απότιστο θα μείνει? Θεός φυλάξοι! Εκείνη τη στιγμή θόλωσα. Ξαφνικά μπροστά μου είδα μια σκηνή που στοιχηματίζω πως πέρασε μπροστά από τα μάτια όλων μας. Εμάς τους πέντε σε ένα κύκλο, τον μαλακοβιόλη που είχαμε να κάνει τον υπεύθυνο στη μέση, και να του ρίχνουμε πολύ βρωμόξυλο! Αλλά ας πάμε πίσω στα δικά μας.

Ήρθαν λοιπόν δυο τυπάδες, (ο ένας πολύ κόμματος ρε αδερφάκι μου, κόντεψα να πάθω κάτι) και μας έφεραν τα απαραίτητα. Είχαν και ένα χαμόγελο, που μπορεί επισήμως να φαινόταν σαν: «Θα καλλιεργήσουμε μαζί τη φύση, τρα λαρί τρα λαρό!» αλλά ενδόμυχα μεταφραζόταν ως: «Βρήκαμε πέντε ολόκληρα κορόιδα να κάνουν τις αγγαρείες μας, οε οε οε οεεεεε!» Μας πλησίασαν και αράδιασαν μπροστά μας γάντια, τσαπιά, τσουγκράνες, κουβάδες, ένα τεράστιο λάστιχο τυλιγμένο, πένσες, σκατά, διαόλους, τριβόλους, σόρι δεν ξέρω πως λέγονται τα εργαλεία. Το στόρι είχε ως εξής:

Πήραμε από έναν κουβά αγκαλιά και πέρασε ο τυπάς και μας έριχνε μέσα κουκιά. (Θα γίνω πολύ βρωμιάρα  τώρα αλλά συγχωρείστε με. Όσο έπεφταν τα κουκιά στον κουβά μου εγώ χάζευα τα μπράτσα του και σκεφτόμουν ατάκες από τσόντες. Δώστα μου όλα – τα κουκιά καλέ!- Ρίξ’ τα όπου σ’ αρέσει –ναι, τα κουκιά!- Και φυσικά, γέμισέ τον μου –Τον κουβά ρε πόρνοι!) Τέλος πάντων ας τα αφήσουμε αυτά, γιατί είναι μια ώρα δύσκολη για όλους μας.

Μα το Θεό λοιπόν, ήταν κουκιά. Τα κοιτούσα, με κοιτούσαν. Τα κοιτούσα, με ξανακοιτούσαν. Ρε, κουκιά? Για πότε ξεκίνησαν οι τυπάδες να σκάβουν αυλάκια, και μεις να τρέχουμε ξωπίσω τους να ρίχνουμε 2 κουκιά ανά 40 πόντους, ούτε που το κατάλαβα. Ο αέρας λυσσομανούσε λες και πήρανε χαμπάρι οι θεοί το πανέμορφο κεφαλάκι μου και άνοιξαν τους ασκούς του Αιόλου, για να μην πω κανενός διαόλου. Καπέλο δεν μου χωράει στο κεφάλι οπότε το απορρίπτουμε. Σκόνες και χώματα  παντού, πάν στα ρούχα μου, στη μούρη μου, μέσα από τα ρούχα μου, παντού. Τα παπούτσια μας να βουλιάζουν μέσα στο φρεσκοσκαμμένο χώμα τόσο βαθιά που νόμιζα πως περπατούσα σε κινούμενη άμμο δίπλα στην πυραμίδα του Χέοπα. Τα γάντια να μου είναι μεγάλα και να μην μπορώ να καταλάβω τι πιάνω μέσα από τον κουβά, και να προσπαθώ να ρίχνω 2 κουκιά κάθε φορά, και όχι 125 που έπιανα στο χέρι μου. Τα μαλακισμένα τα κουκιά να τα παίρνει ο αέρας και να πέφτουν τρία μέτρα πέρα από το αυλάκι τη μία, και την άλλη να χτυπάνε πάνω σε πετραδάκια και να κάθεται το ένα εδώ και το άλλο στο Κάιρο. Και στις δύο περιπτώσεις έπρεπε ΚΑΙ να σκύβω να διορθώσω το λάθος οπότε μπορείτε να φανταστείτε πόσα κομμάτια ακριβώς ήμουν. Το κεφάλι μου είχε γίνει πλέον σφουγγαρίστρα, οπότε παραιτήθηκα από κάθε προσπάθεια να συμμαζέψω το οτιδήποτε γιατί πολύ απλά δεν ωφελούσε. Έφαγα μέσα στο στόμα και κάμποσες τούφες ξεγυρισμένες και δοκίμασα και τη γεύση της βαφής Koleston χρώματος ακαζού σκούρο. (Πολύ μου πάει!)

Κάποια στιγμή έδωσε ο Θεός και τα σπείραμε τα ρημάδια τα κουκιά και τέλειωσε το θεατράκι. Τέσσερις ώρες κράτησε το τζέρτζελο, δεν ήξερα μετά που πατάω και που βρίσκομαι. Ύστερα καθίσαμε κάτω από ένα δέντρο μέχρι να κλείσουν τα αυλάκια οι τυπάδες, και για να βάλουμε μαλλιά και μυαλά στη θέση τους γιατί ο αέρας μας είχε πάρει και μας είχε σηκώσει. Οι υπόλοιποι ήταν εξίσου κομματάκια και δεν μιλούσαν πολύ, και ευτυχώς γιατί αν έλεγε το αλλοδαπό καμιά κοτσάνα, ή αν άρχιζαν οι λόλες τα γελάκια θα τους άρχιζα στα χαστούκια. Καμιά ώρα αργότερα, πάνω που σκεφτόμουν να κόψω το τσιγάρο, ήρθε ο ένας εκ των δυο τυπάδων να μας ανακοινώσει πως το χωράφι είναι έτοιμο και πως ήρθε η ώρα να στρώσουμε τα λάστιχα. I see. Θέλεις μανάρι μου να στρώνεις εσύ, και γω να σταθώ να σε καμαρώνω? Όχι? Καλά.

Μάζεψα τα κουράγια μου και σηκώθηκα. Βάλαμε λοιπόν το χοντρό λάστιχο που φέρνει το νερό κατά μήκος της μίας πλευράς του χωραφιού και από τν αρχή μέχρι το τέλος του (που τέλος δεν είχε το σιχαμένο!) ανοίξαμε με ένα τρυπάνι (proud of myself) τρύπες ανά….ανά κάμποσο τέλος πάτων. Μετά χώναμε μέσα σε κάθε τρύπα μια μαλακιούλα, και μέσα στη μαλακιούλα εκείνη βιδώναμε το λεπτότερο λάστιχο το οποίο στη συνέχεια τραβούσαμε μέεεεεεεεεχρι απέναντι στην άλλη άκρη του χωραφιού. Εν ολίγοις ρε παιδάκι μου για να μη σε μπερδεύω, το κάναμε το χωράφι ριγέ. Σε κάποια φάση δεν μπορούσα να σκεφτώ άλλη βρισιά. Δεν κατέβαζε το μυαλό μου ούτε κάποια καινούρια, ούτε κανένα συνδυασμό από βρισιές. Φανταστείτε λοιπόν την κατάστασή μου. Όταν συνειδητοποίησα πως το χωράφι τέλειωσε, δεν υπήρχε άλλη τρυπούλα στο λάστιχο, πρώτα δεν το πίστευα και μετά ήθελα να τρέξω φωνάζοντας «Αλληλούια!!!!» με όση δύναμη μου είχε απομείνει. Και μετά να πέσω και να πεθάνω, εκεί, μέσα στα χώματα και στα κουκιά.

Αν ποτέ σκεφτείτε να κάνετε κάτι τέτοιο, απλά μην το κάνετε. Απωθείστε το και κάποια στιγμή θα σας περάσει. Όχι σαν και μένα που ότι παπαριά μου κατεβάσει το ξεράδι μου πάω και την κάνω. Είμαι ξαπλωμένη τώρα και σας τα γράφω αυτά και δεν νιώθω τα πόδια μου. Δεν τολμάω να σκεφτώ τι θα μας βάλουν να κάνουμε την επόμενη φορά και πραγματικά ελπίζω να τελειώσει σύντομα αυτό το πανηγυράκι γιατί κοντεύει ο καιρός που μαζεύουν τις ελιές και δεν μπορώ να με φανταστώ με Kawasaki ελαιοραβδιστικό μέσα στα χωράφια! Ο  Χριστός και η Παναγία δηλαδή, πόσο πιο χαμηλά? Το αλλοδαπό τα’ φτυσε σήμερα και η κυριούλα που δεν μιλάει πολύ κοψομεσιάστηκε και την λυπήθηκα την καημένη. Γενικά ήμασταν όλες, ένα μάτσο βιόλες! Και μιας που είπα βιόλες, πάω να κάνω κανένα μπάνιο γιατί βρωμάω φαρμακίλα από τη Voltaren που πασαλείφτηκα μπας και ξεπιαστούν τα κοκαλάκια μου. Αν χαθούν τα ίχνη μου και δεν σας ξαναγράψω, να ξέρετε πως χάθηκα ηρωικά και περήφανα από κλωτσιά προσπαθώντας να αρμέξω κατσίκα, ή υπέκυψα στα τραύματα μου μετά από φονική επίθεση πουλάδων. Όπως και να’χει σας αγαπώ.
Αντίο.


25.9.11

ΘΑΝΑΤΟΣ!!!

Ρε ΓΕΛΟΙΑ άτομα. Όλη τη βδομάδα είστε με το άιφον προέκταση του γαμ*&%$#% σας χεριού. Μεσημεριανό? Άιφον! Καφές? Άιφον! Μάθημα? Άιφον! Σεμινάριο? Άιφον! Περπατάς στο δρόμο? Άιφον! Περπατάς στους διαδρόμους? Άιφον! Χέζεις? Άιφον!

Σήμερα που σας ψάχνω εδώ και ΤΡΕΙΣ ΓΑΜΗΜ&*&^%* ΩΡΕΣ που ΣΤΟ ΔΙΑΟΛΟ είστε?

Που στον κόρακα την έκρυψες μωρή τη γλυκόζη? Στο μ*^%# σου την έβαλες μην τυχόν και τη χρησιμοποιήσει κανείς???

Συγγνώμη ρε παιδιά που βρίζω, αλλά δεν γίνεται σας λέω, τα έχω πάρει. Έχω αύριο να παραδώσω μια πουτ*&$# αναφορά και μου μένει ΕΝΑ ΓΑΜ#&^)#% πείραμα αλλά δεν βρίσκω τη γαμ(^&#(&^%$# γλυκόζη ΤΙ ΣΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΑΝΕ Η ΚΙΝΕΖΑ την Παρασκευή εδώ ήταν γαμ&^%*& το &*^(#^ που την *&^#(%$ την πααλιο&*^%#*$^. Έτσι και μου γαμ^&%@ τη δουλειά θα τους κάνω και τους δύο σουβλάκια! Ναι αυτό που φαντάστηκες θα είναι το καλαμάκι.

Πήγανε για ψώνια τα μ*(&^#($*πανα και κλέισανε τα γαμ*&%$*#κινητά τους μην τυχόν και τους ενοχλήσει κανείς γαμ@^@^$#@ το σπίτι τους!!!

Μετά μου λέτε γιατί τους βρίζω!!!

ΘΑΝΑΤΟΣ!!!

Είμαι σε έξαλλη κατάσταση. Κρατήστε αποστάσεις.

24.9.11

WEED STORIES # PART2

Από πού να αρχίσω σήμερα και που να τελειώσω! Πρωί πρωί (γιατί είναι γνωστό το πόσο πρωινός τύπος είμαι) με την τσίμπλα στο μάτι, πήραμε με τα άλλα τα παλικάρια κυριολεκτικά τα βουνά. Στρίβαμε από τη μία, βουνά. Στρίβαμε από την άλλη, πάλι βουνά. Βουνά μπροστά μας, βουνά και πίσω μας. Περνούσαν παράξενες ιδέες από το μυαλό μας. Ότι θα μας πάρει η νύχτα και θα μας φάνε οι λύκοι, ότι θα μας χάσει το βαν και δεν θα μας βρίσκει και θα ανακαλύψουν μετά από εβδομάδες τα μισοφαγωμένα κουφάρια μας. Το πρόγραμμα της ημέρας, πέρα από το Survivor σκηνικό, περιελάμβανε χαζολόγημα στο ύπαιθρο. Θα μας μιλούσαν για διάφορα φυτά, τις θεραπευτικές τους ιδιότητες και άλλα τέτοια. Αυτό για αρχή. Μετά μας είχαν και μια έκπληξη.

Εμένα οι εκπλήξεις δεν μου αρέσουνε καθόλου. Είπα όμως να είμαι δεκτικός και καλόβολος άνθρωπος και βασικά να μην είμαι προκατειλημμένη. Μιας που είπα καλόβολος θυμήθηκα το άλλο το ζαβό. Το αλλοδαπό ντε! Μέσα στη γκρίνια από το πρωί. Έσκασε μύτη με σανδάλι ξώφτερνο το όργιο, και μπερδευόταν συνέχεια στα πουρνάρια και έβριζε. Σταυροκοπιότανε και η κυριούλα που δεν μιλάει πολύ και του έλεγε: «Που πας βρε ζούδι με την παντόφλα?» Χαμπάρι αυτός, πού να καταλάβει!

Ο υπεύθυνος της σημερινής αποστολής ήταν ένας βοτανολόγος της κακιάς ώρας που με εκνεύριζε. Υποτίθεται  πως θα μας έλυνε απορίες, αλλά πέρα από το ότι δεν είχαμε καμιά γιατί κανείς δεν του έδινε σημασία, και να τον χρειαζόσουν που λέει ο λόγος, ήταν μονίμως εξαφανισμένος και μάζευε ραδίκια. Μας υπενθύμιζε δε κάθε τόσο να αφουγκραστούμε τη φύση και να ρουφήξουμε όσο περισσότερο οξυγόνο μπορούμε. Και δώστου να νυστάζω εγώ, γιατί μόλις άκουσα για ρουφήγματα σκέφτηκα το καλαμάκι του φραπέ και δεν άντεξα. Λύγισα η γυναίκα. Μας είπε επίσης να μη διστάσουμε να καθίσουμε στο έδαφος και να περιεργαστούμε οτιδήποτε μας εξάψει το ενδιαφέρον. Εγώ τις τζίβες του αλλοδαπού ήθελα να περιεργαστώ γιατί πάντα είχα απορία πως φτιάχνονται, αλλά είπα να το αφήσω γιατί αυτός παίρνει και εύκολα αέρα.

Βαριέμαι, βαριέμαι, βαριέμαι. Θα κόψω τις φλέβες μου με σουγιαδάκι και θα τρέξει πλήξη. Και πάνω που σκεφτόμουν να γείρω σε καμιά μουριά να πάρω τον υπνάκο μου, αρχίσαν τα κουλά. Ποιος άλλος? Το αγγλάκι. Φυλλαράκι έβλεπε, «whats this?». Κλαδάκι έβλεπε, «how do you call this one?». Βρε λύσσα κακιά, δεν ξέρω λέμε! Σου φαίνομαι χρυσό μου για αγροτόπαιδο? Ψαχούλευε, ανακάτωνε, έκοβε, μύριζε….μέχρι που έφαγε ΤΟ σκάλωμα με ένα γαιδουράγκαθο εκεί πέρα και το χάσαμε. Παιδιά σας τα’ ορκίζομαι έκατσε κατάχαμα και το κοιτούσε. Γύρισα και είπα στις άλλες κοπελιές που ενημέρωναν τα στάτους τους: «Το’ χει κάψει από το πολύ χασισάκι» και γυρνάει και μου λέει: «Is it?».
Αααα πουλάκι μου, τώρα καταλαβαίνεις ελληνικά ε? Ότι μας συμφέρει δηλαδή! Έπρεπε να τον αρχίσω στο δούλεμα και να τον αφήσω να καπνίσει τσουκνίδα. Η κυριούλα που δεν μιλάει πολύ έψαχνε σαλιγκάρια μέσα στη φούρια του καλοκαιριού (εντάξει, και οι πέτρες το ξέρουν πως κυκλοφορούν χειμώνα) και οι άλλες δυο κοπελίτσες μάζευαν λουλούδια. Τρία λολ.

Κάποια στιγμή μας βάρεσε ο ήλιος κατακούτελα και είπαμε να ξεκουβαλήσουμε. Είχαμε ρουφήξει αρκετό οξυγόνο, μην πάθουμε και overdose. Ήρθε και το βαν να μας μαζέψει, και ήταν πια ώρα για την έκπληξή μας. Βρε τι να’ναι, βρε τι να’ναι…. Δεν το βρίσκετε που να χτυπιέστε.

Μας είδε λέει που τα καταδιασκεδάσαμε στο στάβλο τις προάλλες και είπε να μας πάει και σε άλλον ένα να φροντίσουμε ζωάκια. Μωρέ, σίγουρα εμάς είδε? Γιατί εγώ δεν θυμάμαι εμάς να το διασκεδάζουμε, αλλά αυτόν να σπάει πλάκα μαζί μας ενώ οι μισοί πάλευαν με τις Στυμφαλίδες και οι άλλοι μισοί κυνηγούσαν ξεγλωσσιασμένοι μια κουνέλα που δεν έλεγε να μαζευτεί στο κλουβί της! Είπαμε όμως, ας είμαστε δεκτικοί.

Ο στάβλος αυτός, ήταν σαφέστατα καλύτερος από τον προηγούμενο. Το μόνο που με προβλημάτισε με το που φτάσαμε ήταν τα πολλά φτερά που υπήρχαν παντού. Γιατί ρε παιδιά τόσα πολλά? Εγώ να ξέρετε, ένα πράγμα δεν συμπαθώ, τα πτηνά. Άλλωστε γι’ αυτό είχα διαλέξει τα κουνελάκια την άλλη φορά. Δεν τα μπορώ, τα φοβάμαι σε τρομερό βαθμό. Εκείνα όμως, ήταν περιστεράκια κλεισμένα στο κλουβί τους. Όσο κι αν δεν τα χώνεψα, δεν μ’ ενοχλείς- δεν σ’ενοχλώ ήμασταν. Ετούτο εδώ που έπαθα σήμερα όμως, δεν είχε προηγούμενο. Αχ μανούλα μου.

Εκεί που καθόμουν και τα κοιτούσα από μακριά και ήμουν σε κατάσταση ετοιμότητας να απομακρυνθώ σε περίπτωση που με πλησιάζαν, έρχεται το μαλακισμένο το αλλοδαπό, που κακό χρόνο να’ χει και μου πασάρει ένα κουβά με καλαμπόκι. Τη μια στιγμή κάνει την κίνηση, και την επόμενη βλέπεις τα πτηνά να τα βαράει παροξυσμός! Να τρέχω εγώ αλαφιασμένη με τον κουβά αγκαλιά και πίσω μου να μέσα σε ένα τεράστιο σύννεφο σκόνης και φτερών να τρέχει μια διμοιρία από πουλάδες, κοκόρια, νανάκια, χήνες, πάπιες, κότες, φραγκόκοτες, διάνοι, και του πουλιού το γάλα! Και πείτε μου τώρα εσείς, που στα κομμάτια να πήγαινα? Να βαρούσα κύκλους μέχρι να πέσουν πάνω μου και να με κατασπαράξουν ή να έβγαινα στ’ ανοιχτά και να έπαιρνα τα βουνά και τα λαγκάδια? Κάπου κάπου μέσα στον πανζουρλισμό άκουγα το αλλοδαπό να μου φωνάζει: «for gods sake, theyre harmless!!». Σοβαρά? Τι μας λες? Έχετε και στο διαμέρισμα σας στο Λάντον απ’ αυτά και τα ξέρεις καλά ε? Αλήτη! Οι άλλες δυο είχαν κατουρηθεί από τα γέλια και ευτυχώς κάποια στιγμή και ενώ έβλεπα το τέλος μου, ήρθε η κυριούλα που ο θεός να την έχει καλά και μου άρπαξε τον κουβά και τον πέταξε μακριά και έτρεξαν δαιμονισμένα τα λυσσάρικα, οι φτερούδες οι σιχαμένες να χλαπακιάσουν το φαί και γλίτωσα από του χάρου τα δόντια. Έχω τώρα ένα ψυχικό τραύμα, τι να σας λέω. Μόλις τελειώσει αυτό το πανηγύρι θα ξεκινήσω yoga και μάλιστα power yoga, γιατί η απλή δεν νομίζω να με καλύψει.

Το άλλο το παρατράγουδο είναι η αγάπη που μου δείχνουν οι σκνίπες! Είναι παντού στην εξοχή οι ρημάδες και όλες πάνω μου έρχονται. Με συμβούλεψε η κυριούλα που δεν μιλάει πολύ να ψεκαστώ με AUTAN ολόκληρη και έτσι δεν θα με πλησιάζει τίποτα. Ούτε και αυτοί με πλησιάζουν βέβαια γιατί είμαι ένας περιφερόμενος ανθρωποδιώχτης από την αφόρητη μπόχα. Τουλάχιστον όμως σταμάτησαν να με τσιμπάνε τα βαμπίρια.

Που λέτε, πολύ κουράστηκα σήμερα και μεγάλη η χάρη σας που κάθομαι τώρα και σας γράφω όλη αυτή τη φυλλοστόκα την ατελείωτη, αλλά ας είναι. Το καλό είναι πως έχασα τέσσερα κιλά. Δυο από την καταδίωξη μου από τα πτηνά, ένα από τον ιδρώτα στα βουνά και άλλο ένα από το ζόρι μου να βρίσω το αλλοδαπό σε πέντε γλώσσες για να είμαι σίγουρη πως με κατάλαβε καντήλι προς καντήλι.

Μετά προσπαθούσε να μου αλλάξει κουβέντα, και με ρωτούσε τι μουρμουράει η κυριούλα που δεν μιλάει πολύ όταν σταυροκοπιέται. «Προσευχές» του είπα. Αυτός λέει δεν πιστεύει πουθενά (το έιχα κόψιμο μεγάλο να μάθω) και θεωρεί φασισμό να βαφτίζουν τα παιδιά από μωρά (εκεί να δεις φαγούρα που είχα να μάθω). Τι να του πεις τώρα? Του είπα πως αν μου ξανακάνει μαλακία με πουλερικό θα τον πιάσω από τις τζίβες και θα του βουτήξω το κεφάλι μέσα στη γούρνα που πίνουν νερό οι γουρούνες στου στα(βλα)ρχηδιστή, μέχρι που να τον ξεβαφτίσω!

Ουφ! Κο κο κο κοοοο………

22.9.11

Weed Stories Intro (Plus Part 1.)

Weed Stories # Intro.
Την περίοδο αυτή, έχω βάλει ένα στοίχημα με τον εαυτό μου. Είμαι κορίτσι της πόλης και θεώρησα πως είναι καιρός να έρθω πιο κοντά με τη φύση. Μαζί με άλλους τέσσερις παλαβούς (ε, τι είμαστε νομίζεις?) τρέχουμε σε χωράφια, κήπους και στάβλους και φροντίζουμε εθελοντικά τα ζωντανά και τα ζαρζαβατικά. Όλα καλά, όλα ωραία. Μόνο τις ακρίδες δεν μπορώ ρε παιδιά…



Weed Stories # Part 1.

Κάποιες λεπτομέρειες που πρέπει να ξέρετε είναι πως η ομάδα στην οποία είμαι μέλος αποτελείται από εμένα, δυο άλλες κοπέλες που κουβαλάνε ακόμα μεγαλύτερη μούρλα από τη δική μου και την έχουν δει νομάδες και πολύ εναλλακτικά, μια κυριούλα που δεν μιλάει πολύ αλλά είναι αφaσία, και ένας άγγλος, ο Josh, που δεν καταλαβαίνει γρι ελληνικά και συμμετέχει σε όλο αυτό το σκηνικό γιατί θέλει να εμπλουτίσει το βιογραφικό του με εθελοντική δραστηριότητα καθότι είναι της μοδός.

Σήμερα ξεκινήσαμε πολύ πρωί, με την αυγούλα που λέμε, και γω δεν μπορούσα να στυλωθώ μέχρι που ήπια μονορούφι ένα φραπέ κουταλάτο και ήρθα και ίσιωσα. Ήρθαν και με πήραν με το βαν, και πήγαμε σε ένα στάβλο ενός κυρίου που χρειαζόταν τη βοήθεια μας. Ο σταβλάρχης αυτός λοιπόν, αποδείχτηκε πολύ στα(βλα)ρχιδιστής καθώς μόνο τα δοκάρια είχαν γλιτώσει από τον υποσιτισμό.

Εγώ μαζί με τις άλλες δυο τρελάρες, είμασταν ο ομάδα R.R.T. (Rescue Rabbit Team). Aναλάβαμε να ταίσουμε δηλαδή και να ποτίσουμε τα κουνελάκια. Έγινε το σώσε! Εγώ εκστασιάστηκα με την ταχύτητα που τρώνε και τους έριχνα κουνελοτροφή με τη σέσουλα, μέχρι που με πήρε πρέφα ο τυπάς και άρχισε να μου φωνάζει : « Κύριε των δυνάμεων! Φτάνει κορίτσι μου, θα τα σκάσεις τα ζωντανά!» Εντάξει, δεν ήξερα πως όσο και να τους ρίξεις θα το φάνε. Σόρι κιόλας δηλαδή.

Ένας κούνελος αποθρασύνθηκε εντελώς και άρχισε να κουτουπώνει μπροστά στα μάτια μας μια καημένη κουνελίτσα, πολύ ξεδιάντροπα. Λίγο αργότερα, αλλάξαμε όνομα, και γίναμε η ομάδα : « Get tha bitch back». To σκηνικό είχε ως εξής. Μια αλανιάρα κουνέλα το είχε σκάσει από το κλουβί της και σουλάτσαρε  σε κάτι καλαμιές. Εμείς σε ρόλο ειδικών κομάντο έπρεπε να την περικυκλώσουμε, να την ακινητοποιήσουμε και να την βάλουμε πίσω στη θέση της. Σου λέω, γαμάει η φάση!
Η αποστολή στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία.

Ο άγγλος Josh, μαζί με την κυριούλα που δεν μιλάει πολύ, ήταν η ομάδα «Love Dove». Nαι, ξέρω τι σκέφτεσαι. Αυτό ακριβώς. Έπρεπε να μπούνε μέσα σε έναν περιστερώνα, και να πιάσουν όλα τα πετούμενα, να τα βάλουν προσωρινά κάπου αλλού για να τον καθαρίσουν και μετά να τα γυρίσουν πίσω στο σπιτάκι τους. Το μοναδικό πρόβλημα στην όλη ιστορία ήταν πως τα περιστέρια είχαν σεληνιαστεί, λες και τους είχαν ρίξει έκσταση στο νερό και είχαν φέρει τον κόσμο ανάποδα! Ακούγαμε κάθε λίγο το αλλοδαπό να τσιρίζει: «Holly shit!!» ή «Evil bastards!» και είχαμε πεθάνει στο γέλιο.

Λίγο αργότερα φύγαμε από εκεί, αφού φυσικά είχαμε κάνει τον στάβλο αγνώριστο, που ντρεπόσουνα να πατήσεις μέσα και καθρεφτιζόσουνα στις γούρνες και ίσιωνες τη φράτζα σου, και πήγαμε σε έναν τεράστιο κήπο του οποίου τα ζαρζαβατικά θέλανε μάζεμα. «Συλλογή Καρπών» λέγεται αυτό στην ομάδας μας. Δεν είχε πολλή ζέστη, δεν βρωμούσε ιδρωτίλα και το αλλοδαπό, μια χαρά όλα. Ξεκινήσαμε και κάνα μισάωρο αργότερα με είχε νυστάξει τόσο πολύ η μονότονη κίνηση «άπλωσε χέρι-κόψε ζαρζαβατικό-ρίξ’το στο καλάθι» που είχα φτάσει τη νιρβάνα. Είπα λοιπόν να βάλω τα ακουστικά μου και ν’ ακούσω λίγη μουσικούλα. Χάσατε! Εγώ, με το γνωστό μου στυλάκι «αλλού πατάω, αλλού βρίσκομαι» να χορεύω στη μέση του κήπου ανάμεσα σε πρασινάδες και φυλλωσιές με το καλάθι παραμάσχαλα, και να τραγουδάω Gorillaz. Σκάσανε όλοι στα γέλια και ευθυμήσαμε λιγάκι.

Κάπου εκεί και ενώ ήμασταν όλοι σε μια χαρούμενη διάθεση, ήρθαν στις μύτες μας κάτι δροσερές σταγονίτσες βροχής. Τι χαρά! Σταμάτησαν σχεδόν αμέσως και άρχισα να τους λέω για τα χούγια των Ινδιάνων, που όταν δεν είχαν νερό, σε περιόδους ξηρασίας δηλαδή, έκαναν έναν κύκλο και οι μισοί ξεφώνιζαν αλαλαγμούς και οι άλλοι μισοί σήκωναν τα χέρια στον ουρανό και προσεύχονταν και πως αυτός ονομαζόταν «Ο χορός της Βροχής». Το αλλοδαπό κλασσικά να μου πηγαίνει κόντρα και να λέει : « Thats the biggest crap Ive ever heard!», η κυριούλα που δεν μιλάει πολύ σταυροκοπιόταν και με ρωτούσε τι Θεό να λάτρευαν αυτοί, και οι άλλες δυο κοπελίτσες μουρμούριζαν κάτι για μελαμψούς και κοιλιακούς. Για να μην σας τα πολυλογώ, από το πουθενά και εντελώς ξαφνικά άνοιξαν οι ουρανοί, ξέσπασε μια βρόχα άλλο να σας λέω και άλλο να είστε εκεί και να τρέχετε χωρίς να ξέρετε προς τα πού πάτε. Ξεπατώθηκε μιλάμε, και φυσικά γίναμε παπίτσες όλοι μας. Είχα τις μουρλές να φωνάζουνε « Its raining men…», το αλλοδαπό έσκουζε «To the trees, go to the trees!!!» και η κυριούλα που δεν μιλάει πολύ να λέει «Μέγας είσαι κύριε!!». Μία κατάσταση, ούτε πώς να την περιγράψω δεν ξέρω….

Μετά, μου έβαλαν όλοι τις φωνές πως είμαι γκαντέμω και φταίω εγώ λέει που έβρεξε καρεκλοπόδαρα, με αυτά τα σαχλά που έλεγα για τους Ινδιάνους! 

Και έτσι έληξε λιγάκι άδοξα, και….υγρά, ένα ακόμα Session του Weed Stories!

Θα σας κρατώ ενημερωμένους για όλες τις ζουμερές εξελίξεις!

16.9.11

Σούζι, τσούζει!

Στις 9 Οκτώβρη βαφτίζω την κόρη της φίλης μου! Σήμερα βρήκα λίγο χρόνο κι επισκέφτηκα τα μαγαζιά. Και βρήκα το ιδανικό φόρεμα για Coυλονονά. Το δοκιμάζω, με γοητεύει, αποφασίζω να το αγοράσω και φτάνω στο ταμείο. Κι ακολουθεί ο διάλογος με τη Σούζι!

Coula: Δε μου είπατε τη τιμή του.

Σουζι: Έχει πολύ καλή τιμή. Είναι ένα φόρεμα ευκολοφόρετο. Θα το ευχαριστηθείς.

Coula: Για τα βαφτίσια το θέλω, δεν πρόκειται να το ευχαριστηθώ γιατί γενικώς δε ντύνομαι τόσο καλά. Πόσο έχει τελικά;

Σούζι: Η τιμή του θα σε εκπλήξει. Είναι πολύ καλή τιμή για την ποιότητα του υφάσματος και πραγματικά είναι ένα ανεκτίμητο ρούχο που πρέπει να έχουν όλες οι γυναίκες στη ντουλάπα τους.

Coula: Εκτίμησέ το όμως να το πληρώσω να φύγω γιατί είμαι και ξενυχτισμένη.

Σούζι: Όταν λέω όλες οι γυναίκες, δεν εννοώ πως θα το δεις να το φοράνε κι άλλες, διότι τα δικά μας ρούχα βγαίνουν σε λίγα κομμάτια και κάνουν θραύση.

Coula: Το ξέρω, έχω ξαναψωνίσει από εδώ όταν έγινα κουμπάρα. Τελικά θα το πληρώσω ή να το πάρω και να φύγω;

Σούζι: χαχαχα Πολύ μου αρέσει όταν οι πελάτισσες μας έχουν χιούμορ. Λοιπόν να ξέρεις πως δε θα το μετανιώσεις και να το προσέξεις στο πλύσιμο.

Coula: Δεν το παίρνω για πλύνε βάλε μάνα μου, μια φορά θα το φορέσω και μετά στη κηδεία μου πάλι, αν και τότε θα χρειαστώ νυφικό. Πόσο κάνει το φόρεμα;

Σούζι: χαχαχα Είσαι πολύ καλή. Επίσης λάβε υπόψη σου πως στον δεύτερο όροφο έχουμε και νυφικά.....

Coula: Σάλτα και γαμήσου (από μέσα μου). Πόσο κάνει το φόρεμα γιατί καθυστέρησα πολύ. (Βγάζω πορτοφόλι).

Σούζι: 343 ευρώ...Πολύ θα το ευχαριστηθείς, και θα σε βγάλει ασπροπρόσωπη και πραγματικά αξίζει τα λεφτά του και σου κάνει τέλεια εφαρμογή και είναι υπέροχο και νομίζω πως έχεις πραγματικά πολύ γούστο και ....

Coula: (μετά τριπλού εγκεφαλικού) Τώρα κατάλαβα τα εκτός θέματος. Σούζι το φόρεμα τσούζει.

Σούζι: χαχαχα Ναι τσούζει λίγο αλλά...

Coula: Άσε τα αλλά μαλάκω (από μεσα μου)! Ορίστε...

Πληρώνω, φεύγω, θα είμαι μια κούκλα στα βαφτίσια...αλλά για τις επόμενες μέρες....εχω μόνο 10 ευρώ στο πορτοφόλι μου! Ας είναι!

12.9.11

Διάλογος επιπέδου 0

-Ετοίμαζε βαλίτσες!

-Για που;

-Ρε δε πας στον διάολο;

8.9.11

Ο ψαράς

Ένας ψαράς, ο Γιάννης κάθεται αμέριμνος σε μια καρέκλα σκηνοθέτη, έχει αράξει το κορμί του και κρατάει το καλάμι του. Είναι χαμένος στις σκέψεις του και βιώνει μια στιγμή ή κάποιες ώρες απόλυτης χαλάρωσης στο ψάρεμα του, αραχτός κι ωραίος. Ξαφνικά εμφανίζεται κάποιος άλλος πλάι του και του πιάνει τη συζήτηση! Ας παρακολουθήσουμε τον διάλογο:

-Τι κάνεις εδώ πέρα;
-Κάθομαι και ψαρεύω.
-Και γιατί δε παίρνεις και μια βάρκα να ανοίγεσαι να βγάζεις περισσότερα ψάρια;
-Γιατί;
-Για να μπορείς να τα πουλάς και να βγάζεις και κανένα φράγκο!
-Γιατί;
-Για να μπορέσεις μετά να αντικαταστήσεις τη βάρκα με ενα μεγαλυτερο σκάφος και να κάνεις και μεγαλυτερη παραγωγή!
-Γιατί;
-Για να μπορέσεις να χτίσεις καλύτερα το σπίτι σου και να φτιάξεις και ένα εξοχικό.
-Γιατί;
-Γιατί θα εχεις βγάλει πολύ χρήμα και θα εισαι επιχειρηματιας.
-Γιατί;
-Γιατί μετά θα κάθεσαι ανενόχλητος.

-Γιατί τώρα τι κάνω;;;;;;

6.9.11

Τα κρακεράκια

Μια κοπέλα περιμένει την πτήση της στο αεροδρόμιο. Επειδή έχει καθυστέρηση, αγοράζει ένα περιοδικό και κάτι κρακεράκια για να της περάσει η ώρα. Κάθεται σε μία καρέκλα για να διαβάσει το περιοδικό, δίπλα έχει το τραπεζάκι με τα κρακεράκια και ακριβώς πιο δίπλα κάθεται ένας κύριος που διαβάζει εφημερίδα. Όταν η κοπελιά παίρνει το πρώτο κρακεράκι, παίρνει ένα και ο διπλανός κύριος. Η κοπελιά ψιλοενοχλείται, αλλά συνεχίζει να διαβάζει το περιοδικό της, και σκέφτεται από μέσα της "Καλά, τι κάνει ο τυπάς...". Εν τω μεταξύ, κάθε φορά που παίρνει αυτή ένα κρακεράκι, απλώνει τη χέρα του και ο διπλανός και της τρώει άλλο ένα. Στο τέλος, μένει μόνο ένα κρακεράκι και αυτή, που τα έχει ήδη πάρει κρανίο, περιμένει να δει την αντίδραση του διπλανού. Αυτός παίρνει ανενόχλητος το κρακεράκι, το σπάει στα δύο και τρώει το μισό. "Είσαι πολύ μ*λ*κας" σκέφτεται αυτή και ενώ φυσάει και ξεφυσάει παίρνει το περιοδικό της και φεύγει από εκείνο το σημείο. Πήγε και έκατσε σε ένα άλλο σημείο αρκετά πιο μακριά και, αφού της ψιλοπέρασε ο θυμός, ανοίγει την τσάντα για να βάλει το περιοδικό και βλέπει μέσα το πακέτο με τα κρακεράκια. Ντράπηκε τόσο πολύ όταν κατάλαβε ότι εκείνα τα κρακεράκια ήταν τελικά του διπλανού, ο οποίος τα είχε μοιραστεί μαζί της, χωρίς να ενοχληθεί ή να νευριάσει, αντίθετα από εκείνη που τον είχε σκυλοβρίσει.
Ηθικό δίδαγμα: Πόσες φορές στη ζωή σου δεν έφαγες κατά λάθος ξένα κρακεράκια; Πριν βγάλεις βιαστικά συμπεράσματα κοίτα προσεκτικά γύρω σου και σκέψου ότι δεν είναι όλα όπως φαίνονται.

1.9.11

Νεα βιβλία....

Η αλήθεια είναι οτι το τελευταίο δίμηνο που τα βράδυα βλέπω τηλεοραση 9-11 λογω κάποιας σειράς παρακολουθώ και πολλές διαφημίσεις..καλώς ή κακώς μου έχουν δημιουργηθεί κάποιες ανάγκες..οχι καταναλωτικες γτ δεν μας περισσεύουν αλλα "ακουστικές"!!!
Αν δεν ακούσω ένα βραδυ το γλάρο(στη γνωστη διαφήμιση με το λαχανικό που παει για μπάνιο-@#@#@#@ το κερατο του ,αυτος παει καθε μερα για μπανιο και εμείς δεν τα καταφέραμε φέτος) να αναφωνεί "Πω πω βλέπω μια πελώρια... λαχταριστή ψαρούκλα ,πω πω!!!" με πιάνει ρε παιδί μου στερητικό...μου λείπει..με νιώθεις;
Επειδή όμως το καλοκαίρι τελείωσε και δε τον κόβω το τυπάκο για χειμερινό κολυμβητή έψαξα να βρω μήπως γνωρίζει κανεις ποια θα είναι η επόμενη ιστορία του.
Και βρήκα την λεζαντα του νεου βιβλίου του(ΝΑΙ!!!!!!!!!!) και επίσης βρήκα και ενα νεο παραμύθι που απευθύνεται σε πιο μεγάλα παιδιά και θα κυκλοφορήσει προσεχως.

α)Η συνεχεια του συμπαθούς λαχανικού




β)Το νεο παραμύθι....για ενήλικους αναγνώστες(οι πληροφορίες μου λένε οτι θα μοιράζεται προσεχώς στο μετρό με δώρο σελιδοδείκτη με σλόγκαν "σε καλη μεριά")