27.9.11

WEED STORIES# PART 3

[ Εναλλακτικός τίτλος: Τι κάνεις Δανάη? Κουκιά σπέρνω.]
 
 



Αλλά ας το πάρουμε από την αρχή για να μπείτε στο κλίμα και να μπορέσετε να παρακολουθήσετε το παραλήρημά μου.

Πρωί πρωί (κλασσικά) και με μια δροσούλα που μας είχε τρυπήσει τα κόκαλα, επιβιβαστήκαμε στο βαν ξεκινήσαμε. Η χτεσινή μας εξόρμηση, είχε σκοπό να μας φέρει πιο κοντά στην καλλιέργεια της γης. Το πόσο κοντά δεν μας το είχαν διευκρινίσει βέβαια. Γιατί, υπάρχει το κοντά «έρχομαι σε επαφή τηρώντας τις αποστάσεις μου» και υπάρχει και το κοντά «πιάσαμε κορέους, κάνε παραπέρα». Εσείς επικεντρωθείτε στο δεύτερο, σας ενημερώνω προκαταβολικά.

Ασχετάκι, αλλά παρακάτω θα καταλάβετε που κολλάει: Εγώ με τα μαλλιά μου έχω μεγάλο θέμα. Τα θέλω περιποιημένα. Μα αμολητά τα έχω, μα πιασμένα, τα θέλω σένια. Πως θα γίνει δηλαδή? Άρα? Άρα φίλοι μου ο αέρας είναι εχθρός, και χτες που είχε πολύ αέρα είχα ξινισμένα μούτρα από νωρίς.

Φτάσαμε σε κάτι βουνοκορφές πάλι (ανεβαίνουμε τόσο ψηλά κάθε φορά, που παίζει να σπάσουμε και κάνα ρεκόρ εν αγνοία μας….) λιγότερο αγριευτικά αυτή τη φορά, και αμοληθήκαμε. Το αλλοδαπό είχε αρπάξει συνάχι και προσπαθούσε να ξεφύγει από την κυριούλα που δεν μιλάει πολύ η οποία είχε βαλθεί να τον τρίψει ολόκληρο με βίξ. Μπροστά μας απλωνόταν χωράφι τριών στρεμμάτων (μας το είπαν καλέ, δεν είμαι μεσίτης), άδειο. Άδειο λέμε! Ούτε φυλλαράκι δεν υπήρχε. «Την περιουσία του μας έφερε να μας δείξει?» σκέφτηκα. Τι στο διάκο? Μας συγκεντρώνει λοιπόν όλους γύρω του και μας λέει τα πανέμορφα:

Αυτό το συμπαθέστατο χωραφάκι, καθόταν εδώ υπομονετικά και περίμενε εμάς να έρθουμε, να το αυλακώσουμε, να το σπείρουμε και επιπλέον να στρώσουμε και λάστιχα για το πότισμα. Γιατί, πες πως το αυλάκωσες. Πες ότι το έσπειρες κιόλας. Απότιστο θα μείνει? Θεός φυλάξοι! Εκείνη τη στιγμή θόλωσα. Ξαφνικά μπροστά μου είδα μια σκηνή που στοιχηματίζω πως πέρασε μπροστά από τα μάτια όλων μας. Εμάς τους πέντε σε ένα κύκλο, τον μαλακοβιόλη που είχαμε να κάνει τον υπεύθυνο στη μέση, και να του ρίχνουμε πολύ βρωμόξυλο! Αλλά ας πάμε πίσω στα δικά μας.

Ήρθαν λοιπόν δυο τυπάδες, (ο ένας πολύ κόμματος ρε αδερφάκι μου, κόντεψα να πάθω κάτι) και μας έφεραν τα απαραίτητα. Είχαν και ένα χαμόγελο, που μπορεί επισήμως να φαινόταν σαν: «Θα καλλιεργήσουμε μαζί τη φύση, τρα λαρί τρα λαρό!» αλλά ενδόμυχα μεταφραζόταν ως: «Βρήκαμε πέντε ολόκληρα κορόιδα να κάνουν τις αγγαρείες μας, οε οε οε οεεεεε!» Μας πλησίασαν και αράδιασαν μπροστά μας γάντια, τσαπιά, τσουγκράνες, κουβάδες, ένα τεράστιο λάστιχο τυλιγμένο, πένσες, σκατά, διαόλους, τριβόλους, σόρι δεν ξέρω πως λέγονται τα εργαλεία. Το στόρι είχε ως εξής:

Πήραμε από έναν κουβά αγκαλιά και πέρασε ο τυπάς και μας έριχνε μέσα κουκιά. (Θα γίνω πολύ βρωμιάρα  τώρα αλλά συγχωρείστε με. Όσο έπεφταν τα κουκιά στον κουβά μου εγώ χάζευα τα μπράτσα του και σκεφτόμουν ατάκες από τσόντες. Δώστα μου όλα – τα κουκιά καλέ!- Ρίξ’ τα όπου σ’ αρέσει –ναι, τα κουκιά!- Και φυσικά, γέμισέ τον μου –Τον κουβά ρε πόρνοι!) Τέλος πάντων ας τα αφήσουμε αυτά, γιατί είναι μια ώρα δύσκολη για όλους μας.

Μα το Θεό λοιπόν, ήταν κουκιά. Τα κοιτούσα, με κοιτούσαν. Τα κοιτούσα, με ξανακοιτούσαν. Ρε, κουκιά? Για πότε ξεκίνησαν οι τυπάδες να σκάβουν αυλάκια, και μεις να τρέχουμε ξωπίσω τους να ρίχνουμε 2 κουκιά ανά 40 πόντους, ούτε που το κατάλαβα. Ο αέρας λυσσομανούσε λες και πήρανε χαμπάρι οι θεοί το πανέμορφο κεφαλάκι μου και άνοιξαν τους ασκούς του Αιόλου, για να μην πω κανενός διαόλου. Καπέλο δεν μου χωράει στο κεφάλι οπότε το απορρίπτουμε. Σκόνες και χώματα  παντού, πάν στα ρούχα μου, στη μούρη μου, μέσα από τα ρούχα μου, παντού. Τα παπούτσια μας να βουλιάζουν μέσα στο φρεσκοσκαμμένο χώμα τόσο βαθιά που νόμιζα πως περπατούσα σε κινούμενη άμμο δίπλα στην πυραμίδα του Χέοπα. Τα γάντια να μου είναι μεγάλα και να μην μπορώ να καταλάβω τι πιάνω μέσα από τον κουβά, και να προσπαθώ να ρίχνω 2 κουκιά κάθε φορά, και όχι 125 που έπιανα στο χέρι μου. Τα μαλακισμένα τα κουκιά να τα παίρνει ο αέρας και να πέφτουν τρία μέτρα πέρα από το αυλάκι τη μία, και την άλλη να χτυπάνε πάνω σε πετραδάκια και να κάθεται το ένα εδώ και το άλλο στο Κάιρο. Και στις δύο περιπτώσεις έπρεπε ΚΑΙ να σκύβω να διορθώσω το λάθος οπότε μπορείτε να φανταστείτε πόσα κομμάτια ακριβώς ήμουν. Το κεφάλι μου είχε γίνει πλέον σφουγγαρίστρα, οπότε παραιτήθηκα από κάθε προσπάθεια να συμμαζέψω το οτιδήποτε γιατί πολύ απλά δεν ωφελούσε. Έφαγα μέσα στο στόμα και κάμποσες τούφες ξεγυρισμένες και δοκίμασα και τη γεύση της βαφής Koleston χρώματος ακαζού σκούρο. (Πολύ μου πάει!)

Κάποια στιγμή έδωσε ο Θεός και τα σπείραμε τα ρημάδια τα κουκιά και τέλειωσε το θεατράκι. Τέσσερις ώρες κράτησε το τζέρτζελο, δεν ήξερα μετά που πατάω και που βρίσκομαι. Ύστερα καθίσαμε κάτω από ένα δέντρο μέχρι να κλείσουν τα αυλάκια οι τυπάδες, και για να βάλουμε μαλλιά και μυαλά στη θέση τους γιατί ο αέρας μας είχε πάρει και μας είχε σηκώσει. Οι υπόλοιποι ήταν εξίσου κομματάκια και δεν μιλούσαν πολύ, και ευτυχώς γιατί αν έλεγε το αλλοδαπό καμιά κοτσάνα, ή αν άρχιζαν οι λόλες τα γελάκια θα τους άρχιζα στα χαστούκια. Καμιά ώρα αργότερα, πάνω που σκεφτόμουν να κόψω το τσιγάρο, ήρθε ο ένας εκ των δυο τυπάδων να μας ανακοινώσει πως το χωράφι είναι έτοιμο και πως ήρθε η ώρα να στρώσουμε τα λάστιχα. I see. Θέλεις μανάρι μου να στρώνεις εσύ, και γω να σταθώ να σε καμαρώνω? Όχι? Καλά.

Μάζεψα τα κουράγια μου και σηκώθηκα. Βάλαμε λοιπόν το χοντρό λάστιχο που φέρνει το νερό κατά μήκος της μίας πλευράς του χωραφιού και από τν αρχή μέχρι το τέλος του (που τέλος δεν είχε το σιχαμένο!) ανοίξαμε με ένα τρυπάνι (proud of myself) τρύπες ανά….ανά κάμποσο τέλος πάτων. Μετά χώναμε μέσα σε κάθε τρύπα μια μαλακιούλα, και μέσα στη μαλακιούλα εκείνη βιδώναμε το λεπτότερο λάστιχο το οποίο στη συνέχεια τραβούσαμε μέεεεεεεεεχρι απέναντι στην άλλη άκρη του χωραφιού. Εν ολίγοις ρε παιδάκι μου για να μη σε μπερδεύω, το κάναμε το χωράφι ριγέ. Σε κάποια φάση δεν μπορούσα να σκεφτώ άλλη βρισιά. Δεν κατέβαζε το μυαλό μου ούτε κάποια καινούρια, ούτε κανένα συνδυασμό από βρισιές. Φανταστείτε λοιπόν την κατάστασή μου. Όταν συνειδητοποίησα πως το χωράφι τέλειωσε, δεν υπήρχε άλλη τρυπούλα στο λάστιχο, πρώτα δεν το πίστευα και μετά ήθελα να τρέξω φωνάζοντας «Αλληλούια!!!!» με όση δύναμη μου είχε απομείνει. Και μετά να πέσω και να πεθάνω, εκεί, μέσα στα χώματα και στα κουκιά.

Αν ποτέ σκεφτείτε να κάνετε κάτι τέτοιο, απλά μην το κάνετε. Απωθείστε το και κάποια στιγμή θα σας περάσει. Όχι σαν και μένα που ότι παπαριά μου κατεβάσει το ξεράδι μου πάω και την κάνω. Είμαι ξαπλωμένη τώρα και σας τα γράφω αυτά και δεν νιώθω τα πόδια μου. Δεν τολμάω να σκεφτώ τι θα μας βάλουν να κάνουμε την επόμενη φορά και πραγματικά ελπίζω να τελειώσει σύντομα αυτό το πανηγυράκι γιατί κοντεύει ο καιρός που μαζεύουν τις ελιές και δεν μπορώ να με φανταστώ με Kawasaki ελαιοραβδιστικό μέσα στα χωράφια! Ο  Χριστός και η Παναγία δηλαδή, πόσο πιο χαμηλά? Το αλλοδαπό τα’ φτυσε σήμερα και η κυριούλα που δεν μιλάει πολύ κοψομεσιάστηκε και την λυπήθηκα την καημένη. Γενικά ήμασταν όλες, ένα μάτσο βιόλες! Και μιας που είπα βιόλες, πάω να κάνω κανένα μπάνιο γιατί βρωμάω φαρμακίλα από τη Voltaren που πασαλείφτηκα μπας και ξεπιαστούν τα κοκαλάκια μου. Αν χαθούν τα ίχνη μου και δεν σας ξαναγράψω, να ξέρετε πως χάθηκα ηρωικά και περήφανα από κλωτσιά προσπαθώντας να αρμέξω κατσίκα, ή υπέκυψα στα τραύματα μου μετά από φονική επίθεση πουλάδων. Όπως και να’χει σας αγαπώ.
Αντίο.


7 σχόλια:

  1. xaxaxaxaxaxaxaxa
    xoxoxoxoxoxoxoxo
    Φτανειρεεεεεε
    Ωχ εγκεφαλικο μου ρχεται...
    καρδιακο...
    Ντελιριουμ τρεμεντ...

    Η οραιοτερη διαφημιση του Βολταρεν...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. χαχαχχα να'σαι καλα! εχω μετοχες μωρε και προωθω οσο μπορω, κατλαβες?

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. πιάστηκα μόνο που το διάβασα, όχι να το έκανα κιόλας...

    μια φορά είχα πάει με τον παππού μου να βάλουμε φράχτη γύρω γύρω στο περιβόλι που έχει και δεν ξαναπάτησα...

    γράψε λάθος!

    μια φορά είχε πάει στα βουνά 3-4 μέρες και με άφησε υπεύθυνο για το περιβολάκι...

    να λέω πάλι καλά που δεν πέθανε καμιά κότα ή κανά κουνέλλι γιατί θα με σκότωνε....

    αυτό που θέλω να πω τόση ώρα είναι:
    Καλή ξεκούραση!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Δώστα μου όλα – τα κουκιά καλέ!- Ρίξ’ τα όπου σ’ αρέσει –ναι, τα κουκιά!- Και φυσικά, γέμισέ τον μου –Τον κουβά ρε πόρνοι!)

    Γονατισα απο τα γελια!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ατομάκια σας ευχαριστώ πολύ για τα σχόλια και την ανταπόκριση! Χαίρομαι πολύ πολύ που σας διασκέδασα με τις περιπέτειες μου... Έρχεται και παρτ 4 πολύ σύντομα. Αύριο, δεν τολμώ να διανοηθώ σε τι λαγκάδια θα περπατήσουν πάλι τα καλλίγραμα πόδια μου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. γιατι παιδί μου πήγες εκεί;;;
    έχει σαρανταποδαρούσες, έχει τζιτζίκια, έχει φίδια, σαύρες, σκορπιούς και δεν ξέρω και εγώ τι άλλο.

    γιατί πήγες να μάθεις γεωργικές ασχολίες; παπού δεν έχεις να στα περιγράψει;

    πάντως είσαι θαρραλέα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. καλά ρε, βλάκες ήτανε οι τυπάδες? πρώτα βάζουμε τα σταγονίδια κ μετά φυτεύουμε...(μη ρωτας που τα ξερω, ο πατερας μου γεωργος, εχω φαει χωραφια απειρα στα νιατα μου,οχι οτι γερασα..)
    απογοητευτηκα απ την εκπαίδευση μάι φρεντ..
    και μεταξυ μας, τα κουκια θελουν απανεμο μερος.. αμα φυτρωσουν ποτε, στειλε με γραμμα :Ρ
    ευχομαι κατι πιο λιγοτερο επιπονο την επομενη φορα!
    καλως σε βρηκα :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Γράψε μας μια μούρλια κι εσύ....Μπορείς!!!